« Μέγα τό τῆς διακονίας ἔργον καί βασιλείας οὐρανῶν πρόξενον ».
« Διακονῶν ἐστί, σώματι μέν ἀνθρώποις παρεστώς, νοῒ δέ ἐν οὐρανοῖς, διά προσευχῆς κρούων ». ( Ἁγ. Ἰωάννου τῆς Κλίμακος ). Προέκταση τῆς κοινῆς καί ἀτομικῆς προσευχῆς τῶν μοναχῶν, εἶναι ἡ εὐλογημένη διακονία, ἡ προσφορά τοῦ κόπου τῶν χειρῶν καί τῶν ἱδρώτων τοῦ σώματος στήν ἀδελφότητα. Οἱ θεμελιωτές πατέρες τοῦ κοινοβιακοῦ πολιτεύματος, ὅρισαν τήν ἐργασία καθημερινή ἐνασχόληση τοῦ μοναχοῦ, πού τόν βοηθᾶ νά καταπολεμᾶ τήν ὀκνηρία καί ἀκηδία, νά συναρμόζεται εὐτάκτως στό σῶμα τήν ἀδελφότητος καί νά συμβάλει στή θεραπεία τῶν βιοτικῶν ἀναγκῶν τοῦ μοναστηρίου, ἀνάλογα μέ τίς δυνάμεις του καί κατά τήν διάκριση τοῦ προεστῶτος.
« Σαγήνη ἐστίν ἡ διακονία τῶν ἀρετῶν, πάσας τάς ἐντολάς τοῦ Θεοῦ ἐν αὐτῇ φέρουσα. Καί πρῶτον μέν τήν πανάρετον ταπείνωσιν, ἐπιφερομένην τόν ἐσμόν τῶν ἀγαθῶν, ἔπειτα τό “‘ἐπείνασα καί ἐδώκατέ μοι φαγεῖν “. Καί μάλιστα ὅταν τό χρεωστούμενον ἐκτελῆται ἐν ταπεινῷ φρονήματι, ἐπάρσεως χωρίς, ὀργῆς τε καί γογγυσμοῦ. » ( Μ. Βασιλείου, Λόγος ἀσκητικός, Ρ G, 31 ). Ἀποδίδεται στήν ἐργασία μία ἱερότητα καί ἕνας σεβασμός, σάν ἔργο πού ἀναφέρεται στόν ἴδιο τόν Θεόν καί κατεργάζεται τόν ἁγιασμό καί τήν τελείωση τοῦ μοναχοῦ. Κανένα δέ διακόνημα δέν πρέπει νά κρίνεται ὡς εὐτελές καί νά ἀπορρίπτεται ἀλλά « προσήκει τόν ἀσκητήν πᾶν ἔργον μετά πολλῆς αἰρεῖσθαι τῆς σπουδῆς καί προθυμίας, εἰδότα, ὅτι πᾶν ὅ διά τόν Θεόν γίνεται οὐκ ἔστιν μικρόν, ἀλλά μέγα, καί πνευματικόν, καί τῶν οὐρανῶν ἄξιον. » ( Μ. Βασιλείου Ἀσκητικαί Διατάξεις, κγ´ Ρ G, 31).
Σύμφωνα μέ τούς κοινοβιακούς κανόνες, στήν Ἱερά Μονή μας, ἔχει τεθεῖ ἕνα πρόγραμμα διακονημάτων καί ἐργοχείρων ἀνάλογα μέ τίς δυνατότητες χρόνου, χώρου καί ἀριθμοῦ τῶν μοναζουσῶν. Ἐκτός ἀπό τά καθημερινά καί ἀπαραίτητα διακονήματα, στήν Ἱερά Μονή καταβάλλεται προσπάθεια ἐπιδόσεως τῶν ἀδελφῶν στά παραδοσιακά μοναχικά ἐργόχειρα, ὅπως ἡ ἁγιογραφία, ἡ χρυσοκεντητική, ἡ ἱεροραπτική, ἡ κατασκευή ξύλινων εἰκόνων, θυμιάματος καί ἄλλων μικροαντικειμένων.
Ἡ ἐκμάθηση τῆς ἁγιογραφίας ξεκίνησε ἀπό τά πρῶτα χρόνια λειτουργίας τῆς Μονῆς, μέ ἀκάματο καί ἔμπειρο διδάσκαλο τόν π. Δανιήλ τῆς ἀδελφότητος τῶν Δανιηλαίων ἡ ὁποία μέ παράδοση πάνω ἀπό ἕναν αἰῶνα, ἐπιδίδεται ἄριστα στήν ἱερή αὐτή τέχνη. Μέ πολλούς κόπους καί θυσίες, παράλληλα καί μέ ἄλλες ἀπαραίτητες ἐργασίες γιά τή διαμόρφωση τῶν χώρων, οἱ ἀδελφές παρακολούθησαν τά πρῶτα μαθήματα. Οἱ ἔντονες προσπάθειες καί ἡ ἐπιμέλεια, γρήγορα καρποφόρησαν καί σήμερα λειτουργεῖ ὀργανωμένο ἁγιογραφικό ἐργαστήριο, σύμφωνα μέ τά βυζαντινά πρότυπα καί τήν ἁγιορειτική σύγχρονη παράδοση. Εἶναι δέ διακόνημα πού προσιδιάζει στό ἡσυχαστικό περιβάλλον τῆς Μονῆς καί ὑποβοηθεῖ τήν ἐξάσκηση τῆς νοερᾶς προσευχῆς καί σιωπῆς κατά τήν ἐκτέλεσή του. Οἱ μορφές τῶν ἱερῶν προσώπων πού ἱστοροῦνται, συμπορεύονται στήν ἄνοδο τῆς ψυχῆς πρός τόν Θεόν.
Ἀκολούθησε μετά ἀπό ἀρκετά χρονιά ἡ ἐκμάθηση τοῦ χρυσοκεντήματος, ἐξίσου ἁγιαστικοῦ καί προσήκοντος ἐργοχείρου. Μέ καλλιτεχνική ἐπιμέλεια καί λεπτότητα οἱ ἀδελφές, ράβουν καί κεντοῦν ἱερά ἄμφια, καλλύματα Ἁγίας Τραπέζης, βῆλα καί ἄλλα ἐκκλησιαστικά κεντήματα γιά τόν εὐτρεπισμό ἱερῶν Ναῶν. Πόσο ἀπαραίτητος καί θεάρεστος εἶναι ὁ διάκοσμος τῶν ἱερῶν θυσιαστηρίων τό γνωρίζουμε ἀπό τήν Παλαιά Διαθήκη ἀκόμη, ὅπου ὁ Θεός δίδει στό Μωϋσῆ, ἰδιαίτερες λεπτομέρειες κατασκευῆς τοῦ εὐτρεπισμοῦ τῆς σκηνῆς τοῦ μαρτυρίου. « Καί τήν σκηνήν ποιήσεις δέκα αὐλαίας ἐκ βύσσου κεκλωσμένης καί ὑακίνθου καί πορφύρας καί κοκκίνου κεκλωσμένου· Χερουβείμ ἐργασία ὑφάντου ποιήσεις αὐτάς……καί ποιήσεις καταπέτασμα ἐξ ὑακίνθου καί πορφύρας καί κοκκίνου κεκλωσμένου καί βύσσου νενησμένης…….καί ποιήσεις ἐπίσπαστον τῇ θύρᾳ τῆς σκηνῆς, ἐξ ὑακίνθου καί πορφύρας καί κοκκίνου κεκλωσμένου καί βύσσου κεκλωσμένης, ἔργον ποικιλτοῦ.» ( Ἔξ. 26 ). « Καί ποιήσεις στολήν ἁγίαν Ἀαρών τῷ ἀδελφῷ σου, εἰς δόξαν καί τιμήν .» ( Ἔξ. 27 ).
Ἐπίσης ἱερή τέχνη πού ἐκτελοῦν οἱ μοναχές εἶναι ἡ κατασκευή θυμιάματος γιά τίς ἀνάγκες τῆς θείας λατρείας καί γιά τή χρήση τῶν προσκυνητῶν. Ἔργο κι αὐτό προσευχῆς καί ἀνατάσεως τοῦ νοῦ πρός τόν Θεόν, γιά νά ἐξαγιάσει τά ὑλικά καί νά προσλάβει τήν εὐωδία τοῦ θυμιάματος, σύμβολο τῆς εὐωδίας τῶν ἀρετῶν πού πρέπει νά καλλιεργοῦνται στίς ψυχές τῶν προσφερόντων. Γιά τήν παρασκευή του ὑπάρχουν εἰδικές ἐντολές τοῦ Θεοῦ στό βιβλίο τῆς Ἐξόδου: « Λάβε σεαυτῷ ἡδύσματα, στακτήν ὄνυχα, χαλβάνην ἡδυσμοῦ κάι λίβανον διαφανῆ, ἴσον ἴσῳ ἔσται· καί ποιήσουσιν ἐν αὐτῷ θυμίαμα, μυρεψικόν ἔργον μυρεψοῦ, μεμιγμένον, καθαρόν, ἔργον ἅγιον.»
Ἕτερον φιλάδελφον διακόνημα εἶναι τό τῆς φιλοξενίας τῶν προσκυνητῶν, εὐεργετῶν, δωρητῶν καί φίλων τῆς Μονῆς, ὅπου προστρέχουν γιά νά ἱκανοποιήσουν ὄχι κάποιες ὑλικές ἀπαιτήσεις, ἀλλά τόν ἐμπλησμό τῆς καρδίας τους ἐκ τῶν ζωοποιῶν ναμάτων τοῦ μοναχισμοῦ καί νά οἰκοδομηθοῦν πνευματικά. Ἡ φιλοξενία καί ὑποδοχή τῶν ξένων, εἶναι ἀρετή πού ἀνθίζει ἀπό τά ἀρχαῖα χρόνια στά Κοινόβια καί συνεχίζεται ἀναλλοίωτα μέχρι τίς μέρες μας. « Μετά πολλῆς σπουδῆς τήν φιλοξενίαν χρηστοποιώμεθα, ἵνα μή μόνον ἀγγέλους ἀλλά καί τόν Θεόν ὑποδεξώμεθα », παραγγέλει ὁ ὁσιος Νεῖλος ὁ ἀσκητής (Πρός μοναχόν Εὐλόγιον, Ρ G 79 ).
Στά μοναστήρια ὅλοι προστρέχουν, συμμετέχουν στίς Ἱερές Ἀκολουθίες, ἀφουγκράζονται τήν σιωπή τῶν μοναχῶν, ὠφελοῦνται ἀπό τούς λόγους τοῦ Γέροντος καί τῶν ἀδελφῶν, συνεισφέρουν τήν προσωπική τους ἐργασία καί βοήθεια στό ἔργο τῆς Μονῆς, ἕκαστος κατά δύναμιν καί προαίρεσιν. Ἡ δέ ὅλη κίνησίς τους στούς ἐπιτρεπόμενους χώρους, δέον νά γίνεται μέ διάκριση, σεβασμό καί συνειδητοποίηση τῆς ἱερότητος τοῦ μοναστηρίου.
Παράλληλα οἱ ἀδελφές ἀσχολοῦνται μέ τίς ἀπαραίτητες οἰκιακές ἐργασίες, τήν καλλιέργεια κήπου, τήν ἐκτροφή οἰκιακῶν ζώων κ.λ.π. Κάθε ἀδελφή σέ ὁποιαδήποτε διακονία κι ἄν βρίσκεται συναισθάνεται ὡς κατενώπιον Θεοῦ καί μέ εὐχάριστη διάθεση τήν ἐκτελεῖ, ἀναμένοντας τόν μισθόν τῶν κόπων της ἀπό τόν ἴδιο τόν Θεόν πού τήν ἐμφύτευσε σ αὐτή τήν ἱερή μάνδρα τῶν λογικῶν Του προβάτων.
No products in the cart.