Το Καθολικό

«Κύριε Ἰησοῦ Χριστὲ ἐλέησόν με τὸν ἁμαρτωλόν» «Ὑπεραγία Θεοτόκε, σῶσον ἡμᾶς»

Παράλληλα ὅμως μ’ ὅλα αὐτά, συλλαμβάνεται δειλά στήν ἀρχή, μέ περισσότερη ἐλπίδα ἀργότερα, τό σχέδιο ἀνεγέρσεως  τοῦ νέου Καθολικοῦ, μοναστηριακοῦ τύπου. Ἡ στενότητα τοῦ παλαιοῦ Ναοῦ ἦταν ἐμφανής κυρίως κατά τήν Κυριακάτικη Θεία Λειτουργία καί τίς μεγάλες ἐορτές καί ἀγρυπνίες ὅπου συμμετεῖχαν ἀρκετοί πιστοί.  Ὅλοι ἐπιθυμούσαμε καί ὀνειρευόμασταν καινούρια ἐκκλησία,  ἀλλά μέ συγκρατημένη τή φαντασία μας,  γιατί οἱ οἰκονομικές δυνατότητες ἦταν ἐλάχιστες καί οἱ ἀπαιτήσεις ὑπέρογκες.  Ὅλα ξεκίνησαν μέ τήν σταθερή πίστη στό Θεό καί στόν Ἅγιο ὅτι οἱ ἴδιοι θά οἰκονομήσουν τήν κατάσταση.

Καί φτάνουμε στό εὐλογημένο ἔτος 1990, πού ἀποτελεῖ ὁρόσημο στήν ἱστορία τῆς Μονῆς γιά τίς ἰδιαίτερες εὐλογίες πού ἀπολαύσαμε, ὁπότε ἔγινε ἡ ἐκσκαφή τῶν θεμελίων τοῦ Ναοῦ βορειότερα τοῦ παλαιοῦ καί μέ σχέδια ἁγιορειτικοῦ Καθολικοῦ.

Τήν ἡμέρα τοῦ ἁγιασμοῦ τῶν θεμελίων 27/7/90, «  ηὐφράνθησαν καί ἠγαλλιάσαντο »  οἱ ψυχές ὅλων, μέ τήν ἔλευση στή Μονή μας τοῦ μεγαλύτερου Θεομητορικοῦ θησαυροῦ πού κατέχει τό Ἅγιον  Ὄρος, τῆς Τιμίας Ζώνης τῆς Παναγίας, ἀπό τήν  Ἱερά Βασιλική Μονή τοῦ Βατοπαιδίου, σεβαστοί πατέρες τῆς ὁποίας τήν συνόδευσαν ἐπί τριήμερον. Οἱ στιγμές ἦταν μοναδικές καί ἁγιασμένες. Μέ τήν ἔλευση τοῦ ἱματίου, πού περιέζωσε τό πανάχραντο σῶμα τῆς Μητρός τοῦ Κυρίου, κατευωδίασε ὅλος ὁ χῶρος ἀπό τήν Πύλη ἀκόμη, καί ὅλοι μαρτυροῦν ὅτι ἡ εὐωδία κατέφθανε κατά κύματα καί πλημμύριζε μέ οὐράνια γλυκύτητα τίς αἰσθήσεις. Οἱ Πατέρες τῆς Μονῆς Βατοπαιδίου, ὁμολογοῦσαν πώς ἦταν κάτι τό πρωτόγνωρο καί γι αὐτούς, ἡ τόση ἔκχυση τῆς εὐωδίας. Ἀσφαλῶς ἦταν ἡ ἀπάντηση τῆς Παναγίας στόν πόθο ὅλων τῶν προσκυνητῶν καί ἡ διαβεβαίωση ὅτι εὐαρεστεῖται μέ τό ἔργο πού ἐπιτελεῖται στήν  Ἱερά Μονή, παρ ὅλες τίς ἀνθρώπινες ἀδυναμίες μας. Κυρίως ἀποτελοῦσε ἀδιάψευστο τεκμήριο τῆς μητρικῆς κηδεμονίας καί σκέπης Της, πρός ὅλους τούς μοναχούς καί πρός τό δικό μας ταπεινό μοναστήρι. Καί ἴσως προοίμιο μελλοντικῶν εὐλογιῶν καί κυρίως τῆς ἐπανόδου της ἐξ  Ἁγίου Ὄρους στό πρόσωπο τῆς ἱερῆς εἰκόνος τῆς Τριχερούσης, ἀντιγράφου τῆς Τριχερούσης τῆς Μονῆς Χιλιανδαρίου.

Ἡ τελετή τῆς θεμελιώσεως ἦταν ἐπιβλητική καί συγκινητική, ἔγινε σύμφωνα μέ τήν τάξη ἀπό τόν Σεβασμιώτατο Μητροπολίτη Ἐλευθερουπόλεως κ.κ. Εὐδόκιμο, μέ ψάλτες τόν χορό  τῶν Δανιηλαίων καί τῶν Θωμάδων καί τήν παρουσία τοῦ Διοικητοῦ Ἁγίου Ὄρους κ. Κωνσταντίνου Λούλη. Τότε ἀποφασίστηκε ἡ ἀνάθεση τῶν Παρεκκλησίων τοῦ Ναοῦ, στήν Ἁγία Ζώνη τῆς Θεοτόκου τό ἕνα καί στούς Ἁγιορεῖτες Πατέρες τό δεύτερο.

Ἔκτοτε οἱ ἐργασίες προχώρησαν σταθερά. Ἀνηγέρθη πρῶτα ἰσόγειος Ναός καί κατεδαφίστηκε ὁ παλαιός πού συνδέθηκε στενά μέ τή ζωή τῆς ἀδελφότητος. Σ αὐτόν ἱερουργήθηκαν χιλιάδες Θεῖες Λειτουργίες, ἐπί δεκαπέντε ὁλόκληρα ἔτη, ἔγιναν οἱ ρασοφορίες τῶν πρώτων ἀδελφῶν, ἄλλες ψυχές δέχθηκαν τά σκιρτήματα τῆς μοναχικῆς κλήσεως καί ἀμέτρητοι πιστοί τήν ἁγιαστική χάρη τῶν μυστηρίων τῆς Ἐκκλησίας μας.  «  Ὁ τόπος οὗτος ἅγιός ἐστι». Στή θέση του ὑπάρχει σήμερα ἕνας τσιμεντένιος ὀριζόντιος Σταυρός καί μελλοντικά θ  ἀνεγερθεῖ Παρεκκλήσι, γιά νά σηματοδοτεῖ στούς αἰῶνες τήν ἀπαρχή τῆς λατρευτικῆς ζωῆς στό Μοναστήρι. Ἑνωμένα μέ τόν ἰσόγειο Ναό, εἶναι τό νέο ἀρχονταρίκι, ἡ ἔκθεση καί βοηθητικοί χῶροι μέ ἀποθῆκες. 

Τό μεγάλο θαῦμα ὅμως συνετελέσθη μέ τήν ἀνύψωση τοῦ ἐπιβλητικοῦ καί σεμνοπρεποῦς Καθολικοῦ στό δεύτερο ὄροφο πού δεσπόζει ὅλων τῶν κτισμάτων. Ἦταν ἡ προσδοκία καί εὐχή πολλῶν ἐτῶν, πού γρήγορα ἔλαβε σάρκα καί ὀστά καί ἐντυπωσίασε ὅλους μέ τήν παρουσία του. Σέ πέντε χρόνια ἦταν ὁλοκληρωμένος ὁ σκελετός, ἡ μαρμαρόστρωση τοῦ δαπέδου καί ἀμέσως ἄρχισε ἡ ἐπένδυσή του μέ πέτρα. Πετράδες ἀπό τή Βόρειο Ἤπειρο, μέ ἐμπειρία στήν τέχνη, ἀρμολογοῦν καί συνθέτουν ἕνα ἄριστο ἀποτέλεσμα. Ζῶνες ἀπό εἰδικά τοῦβλα, διακόπτουν τή συνέχεια τῆς πέτρας καί διακοσμητικοί καλλιτεχνικοί συνδιασμοί παρεμβάλλονται, ὁλοκληρώνοντας τήν εἰκόνα. Στά θολωτά παράθυρα κυριαρχεῖ εἰδική ἀποτύπωση σχεδίων ἐνῶ ἡ κατασκευή τοῦ τρούλλου εἶναι ἔργο ἐξίσου ἐντυπωσιακό. Ἐκτός τοῦ κεντρικοῦ ὑψηλότερου τρούλλου, ὑπάρχει ἕνας μικρότερος στή Λιτή καί ἀπό ἕνας στά Παρεκκλήσια.  Ὁ Ναός εἶναι σταυροειδής μέ τροῦλλο καί κόγχες δεξιά καί ἀριστερά γιά τούς χορούς τῶν μοναζουσῶν. Στή βόρεια καί νότια πλευρά περιβάλλεται ἀπό κλειστό διάδρομο γιά τήν καλύτερη προστασία του ἀπό τίς καιρικές συνθῆκες ,τήν ἀθέατη κίνηση τῶν ἀδελφῶν καί τή στέγαση βοηθητικῶν χώρων.

Γρήγορα φιλοτεχνήθηκε καί τοποθετήθηκε τό ξυλόγλυπτο τέμπλο στό ἐργαστήριο τοῦ κ. Γεωργίου Φαλιαρίδη, κοσμημένο μέ παραστάσεις σχεδίων, ζώων καί φυτῶν πού ἀποτελεῖ ἀντιγραφή τοῦ τέμπλου τῆς Μονῆς Χιλιανδαρίου, ὅπως καί τά ξυλόγλυπτα στασίδια καί τά δύο μεγάλα προσκυνητάρια. Καταλήγει ἐπάνω σέ δύο δράκοντες πού περιβάλλουν τόν ἐσταυρωμένο μέ τά λυπηρά ἑκατέρωθεν. Στό κάτω τμῆμα τοποθετήθηκαν θαυμάσιες βυζαντινές εἰκόνες, τοῦ Κυρίου, τῆς Θεοτόκου, τοῦ Προδρόμου, τοῦ Ἁγίου Παντελεήμονος,τοῦ Ὁσίου Ἀθανασίου τοῦ Ἀθωνίτου, τοῦ Ἁγίου Μηνᾶ καί ἁγίων Μεγαλομαρτύρων Γεωργίου καί Δημητρίου, ἁγιογραφημένες στό Ἅγιον  Ὄρος ἀπό τόν δόκιμο ἁγιογράφο π. Δαμασκηνό στή Νέα Σκήτη. Στήν ἐπάνω ζώνη εἶναι ἱστορημένο τό Δωδεκάορτο σέ μικρότερες εἰκόνες.

Ἐπιβλητικά μέ τόν ὄγκο καί τό ὗψος τους, εἶναι τά δύο προσκυνητάρια μπροστά ἀπό τό τέμπλο, μέ τίς εἰκόνες τῆς Παναγίας Τριχερούσης ἀριστερά καί τοῦ Ἁγίου Παντελεήμονος δεξιά. Ἡ παρουσία τῆς Τριχερούσης εἶναι μοναδικός κόσμος καί σέμνωμα τοῦ Ναοῦ καί στό σεμνό καί γλυκό πρόσωπό Της συγκεντρώνει τίς προσδοκίες καί ἱκεσίες ὅλων τῶν πιστῶν.

Ὁ κεντρικός πολυέλεος κάτω ἀπό τόν τροῦλλο μέ τό χορό καί τούς τρεῖς μικρότερους πολυελέους νά τόν δορυφοροῦν, συμμετέχουν μέ τήν ρυθμική κίνηση καί τήν φωταγωγία τους κατά τίς ἐορτάσιμες ἡμέρες, στή δοξολογία τοῦ Θεοῦ καί προσδίδουν ἰδιαίτερη μεγαλοπρέπεια στίς ἀγρυπνίες.  Ὅλα στό Ναό λειτουργοῦν σύμφωνα μέ τήν ἁγιορειτική τάξη καί συντελοῦν στή δημιουργία πνευματικῆς κατάστασης καί ἀφύπνισης στίς ψυχές.

Μπαίνοντας ἀπό τήν κεντρική εἴσοδο στή Λιτή, ἀντικρύζουμε στίς δύο μεγάλες κολῶνες ἱστορημένους τό Χριστό καί τήν Παναγία, νά ὑποδέχωνται τούς πιστούς καί νά μεταγγίζουν οὐράνια παρηγορία στίς ψυχές. Εἶναι οἱ πρῶτες τοιχογραφίες πού ἔγιναν, ἀντίγραφα ἀπό τό Πρωτάτο. Ἀκολούθησε στόν κυρίως Ναό, δυτικά, ἡ Κοίμησις τῆς Θεοτόκου πού ἐπεφύλασσε μεγάλη εὐλογία κι ἕνα ξεχωριστό θαῦμα στό μοναστήρι μας. Χωρίς νά ἔχει σχεδιάσει τίποτε στό πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ, ὁ ἁγιογράφος τοῦ Ναοῦ Ἀλκιβιάδης Τσιλιώτης ἀντίκρυσε ἕνα πρωινό, σχεδιασμένα ὅλα τά χαρακτηριστικά στό πρόσωπο, καί μάλιστα μέ ἀπόλυτη ἀναλογία καί χάρη, πράγμα πού δέν μπορεῖ νά εἶναι τυχαῖο ἤ συμπτωματικό.  Ὁφείλεται στήν οἰκονομία τοῦ Κυρίου πού θέλησε νά βεβαιώσει τήν παρουσία καί συμπαράστασή Του στό Μοναστήρι μας. Μέ τή γνώμη τοῦ Μητροπολίτου καί σεβαστῶν ἁγιορειτῶν Πατέρων, τό πρόσωπο ἔμεινε ὅπως ἀποτυπώθηκε, χωρίς νά χρωματιστεῖ.  Ἀποτελεῖ μιά ἀχειροποίητη εἰκόνα τοῦ Χριστοῦ, νά ὑποδέχεται μέ ἔκδηλο σεβασμό καί ἀγάπη τήν ψυχή τῆς Μητρός Του.

Ἀκολούθησαν στίς παρακείμενες πλευρές, οἱ ὑπόλοιπες σκηνές ἀπό τόν Θεομητορικό κύκλο, ἡ Γέννησις, τά Εἰσόδια, ἡ Φλεγομένη Βάτος, ἡ Ζωοδόχος Πηγή καί ἡ Μετάστασις, ὥστε νά ἀπαρτιστεῖ τό ἀποκαλούμενο « Σπίτι τῆς Παναγίας ».

Στή συνέχεια ἀνιστορήθηκε στόν τροῦλλο ὁ ἐπιβλητικός Παντοκράτωρ, πού ὡς πρῶτο φῶς καταυγάζει, συγκρατεῖ καί ἑνοποιεῖ τήν κτίση, ἡ Θεία Λειτουργία, ὁ χορός τῶν Προφητῶν καί τῶν Δικαίων πού προανήγγειλαν τήν ἔλευση τοῦ Λόγου. Στά τέσσερα τόξα στήριξης τοῦ τρούλλου δεσπόζουν οἱ τέσσερις Εὐαγγελιστές, τά στόματα τοῦ Λόγου. Ἡ διάταξη ἀκολουθεῖ καθορισμένο τύπο καί ἔχει δογματική ἀκολουθία.

Τό ἐπόμενο βῆμα εἶναι τό Ἱερό ὅπου ἐνθρονίστηκε στήν ἀψίδα ἡ Πλατυτέρα μέ τό Θεῖο Βρέφος στήν ἀγκαλιά της, μεθόριο μεταξύ οὐρανοῦ καί γῆς, νά πρεσβεύει ἀδιαλείπτως ὑπέρ τῆς σωτηρίας πάσης τῆς οἰκουμένης. Ἀκολουθοῦν σκηνές ἀπό τό Δωδεκάορτο, ἡ Γέννηση, ἡ Ὑπαπαντή, ὁ Μυστικός Δεῖπνος, ὁ Νιπτήρ, ἡ Ἀνάληψη καί ἡ Πεντηκοστή. Σέ κατώτερη ζώνη ἁγιογραφήθηκε ἡ παράστασις τῆς Θείας Μεταλήψεως τῶν Ἀποστόλων ἀπό τό Χριστό, ἀκολουθοῦν στηθαῖοι Ἱεράρχες τῶν πρώτων ἀποστολικῶν χρόνων, πρόσωπα Ἱεραρχῶν σέ διακοσμητικά πλαίσια, καί πίσω ἀπό τήν Ἁγία Τράπεζα, ὁλόσωμοι μεγάλοι Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας, κρατώντας εἰλητάρια μέ εὐχές ἀπό τή Θεία Λειτουργία. «  Τά ἄνω τοῖς κάτω συνεορτάζει », καί ἡ θριαμβεύουσα  Ἐκκλησία εἶναι παρούσα σέ κάθε λατρευτική μυσταγωγία.  Ὑπάρχει προοπτική γιά τήν κάλυψη ὅλου τοῦ Ναοῦ μέ τοιχογραφίες, πού θά τόν καταστολίσουν καί θά τόν ἀναδείξουν οὐρανόν ἐπίγειον, κεκοσμημένο ἀπό τούς χορούς ὅλων τῶν ἁγίων, Ἱεραρχῶν, Μαρτύρων, Ὁσίων, Ἀσκητῶν. Ἡ τεχνοτροπία εἶναι τοῦ Θεοφάνους καί ἡ διάταξη σύμφωνα μέ τά ἁγιορειτικά Καθολικά τῶν ὁποίων θά ὑπάρξει ἐφάμιλλο.

Νότια τοῦ Ἱεροῦ, ἀνηγέρθη τό μεγαλοπρεπές ὑψιτενές Καμπαναριό, μέ μικρό τροῦλλο στήν κορυφή πού στέγασε τίς δέκα καινούριες καμπάνες, πού ὁ ἀπόηχός τους ἀντηχεῖ στά ἀπέναντι χωριά καί ὑπομνηματίζει μέ τίς ἡδύφθογγες νότες του, τήν ὥρα τῆς προσευχῆς στό Μοναστήρι. Καί ἀσφαλῶς θά συνεγείρει ἀρκετές ψυχές στό ἴδιο ἔργο. Ἡ διαμόρφωση τοῦ αἰθρίου στήν δυτική εἴσοδό τοῦ Ναοῦ, καί μεγάλου χώρου στάθμευσης αὐτοκινήτων εἶναι τά τελευταῖα ἔργα πού ἐκτελοῦνται καί θ’ ἀκολουθήσει ἡ προέκταση τῆς πτέρυγας καί ἡ κατασκευή καί ἄλλων ἀναγκαίων χώρων.

Σύν Θεῷ, ὁ Ναός ἔχει κατασκευαστεῖ μέ μεγάλη ἐπιμέλεια, ὕστερα ἀπό προσεκτική αὐτοψία τῶν ἁγιορειτικῶν καί ἄλλων Καθολικῶν καί δημιουργική ἀφομοίωσή τους. Στόν Θεόν καί στή λατρεία Του, πρέπει νά ἀποδίδεται τό καλύτερο ὑλικό, οἱ καλλιτεχνικότερες δημιουργίες, τά λεπτότερα ἐργόχειρα καί νά μήν ἐκτελεῖται κάτι πρόχειρο καί ἐλλιπές.

Ὁ Σολομών κατά τήν πρόθεσή του νά οἰκοδομήσει Ναό, ἀναφωνεῖ: « Καί ἰδού ἐγώ οἰκοδομῶ οἶκον τῷ ὀνόματι Κυρίου τοῦ Θεοῦ μου, ἁγιάσαι Αὐτόν αὐτῷ, τοῦ θυμιᾶν ἀπέναντι Αὐτοῦ…….καί ὁ οἶκος ὅν ἐγώ οἰκοδομῶ, μέγας, ὅτι μέγας ὁ Κύριος ἡμῶν καί τίς ἰσχύσει οἰκοδομῆσαι Αὐτῷ οἶκον; ὅτι ὁ οὐρανός καί ὁ οὐρανός τοῦ οὐρανοῦ, οὐ φέρουσι τήν δόξαν Αὐτοῦ. ( Β ´ Παρ. 3 ). Καί ἤρξατο Σολομών τοῦ οἰκοδομῆσαι τόν οἶκον τοῦ Θεοῦ· καί κατεχρύσωσεν αὐτόν ἔσωθεν χρυσίῳ καθαρῷ καί τόν οἶκον τόν μέγαν ἐξύλωσε ξύλοις κεδρίνοις καί κατεχρύσωσε χρυσίῳ καθαρῷ καί ἐκόσμησε τόν οἶκον λίθοις τιμίοις εἰς δόξαν καί ἐχρύσωσε τόν οἶκον καί τούς τοίχους αὐτοῦ καί τούς πυλῶνας καί τά ὀροφώματα καί τά θυρώματα χρυσίῳ.»  Καί ἡ ἀπάντηση τοῦ Θεοῦ ἦρθε νά ἐπιβεβαιώσει τήν εὐαρέσκειά Του. «  Καί νῦν οἱ ὀφθαλμοί μου ἔσονται ἀνεωγμένοι καί τά ὦτά μου ἐπήκοα τῇ προσευχῇ τοῦ τόπου τούτου, καί νῦν ἐξελεξάμην καί ἡγίακα τόν οἶκον τοῦτον, τοῦ εἶναι ὄνομά μου ἐκεῖ ἕως αἰῶνος, καί ἔσονται οἱ ὀφθαλμοί μου καί ἡ καρδία μου ἐκεῖ πάσας τάς ἡμέρας » ( Β ´ Πα. 3 ).

Τήν ὁλοκλήρωση τῶν ἐργασιῶν, θά ἐπιστέψει ὁ ἐπίσημος ἐγκαινιασμός τοῦ Ναοῦ, ὑπό τοῦ Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου μας, πού θά ἀποτελέσει ἡμέραν χαρᾶς καί ἀγαλλιάσεως διά τήν ἀδελφότητα καί ὅλους τούς εὐσεβεῖς δωρητές καί προσκυνητές τῆς Μονῆς.

Φωτογραφίες